τεσσαρεσκαιδεκασύλλαβος

τεσσαρεσκαιδεκασύλλαβος
τεσσᾰρεσκαιδεκα-σύλλᾰβος, ον,
A of fourteen syllables, Heph.7.7.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τεσσαρεσκαιδεκασύλλαβος — ον, Α αυτός που αποτελείται από δεκατέσσερεις συλλαβές. [ΕΤΥΜΟΛ. < τεσσαρεσκαίδεκα + σύλλαβος (< συλλαβή)] …   Dictionary of Greek

  • τεσσαρεσκαιδεκασύλλαβον — τεσσαρεσκαιδεκασύλλαβος of fourteen syllables masc/fem acc sg τεσσαρεσκαιδεκασύλλαβος of fourteen syllables neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεσσαρεσκαιδεκασυλλάβου — τεσσαρεσκαιδεκασύλλαβος of fourteen syllables masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”